Πατρίδα μ' ξαν' πατρίδαμ'
Άλλο εσέν ξάει κι είδα
Ας επάτνα τα χώματα σ'
Κι εκεί την ψυμ' εφήνα
Φωτ. : Ο χορός των μαχαιριών. Τραπεζούντα
Μετά τη γενοκτονία Ν. Λυγερός
Μετάφραση από τα γαλλικά: Κάτια Ρωσσίδου
Μια γενοκτονία είναι ένα γεγονός, ένα βάρβαρο γεγονός, ωστόσο παραμένει ένα γεγονός.
Μόνο που τι γίνεται μετά; Υπάρχει στ’ αλήθεια; Έχει κάποιο νόημα ή πρόκειται για έναν ανθρώπινο παραλογισμό;
Όλες αυτές οι ερωτήσεις δεν είναι αθώες όπως το υποψιάζεστε! Έχουν ένα συγκεκριμένο σκοπό επειδή στη Γαλλία βρισκόμαστε σε μια ειδική φάση, εφόσον ο νόμος περί γενοκτονίας βρίσκεται στο επίπεδο της αναγνώρισης, αλλά όχι στο επίπεδο της ποινικοποίησης.Έτσι, αναπόφευκτα συναντούμε άτομα που διστάζουν ή ακόμα που αλλάζουν στάση έχοντας την εντύπωση ότι ο νόμος περί ποινικοποίησης αποτελεί πρόσκομμα στην ατομική ελευθερία.
Ενώ πολύ απλά, είναι άτομα -και όχι άνθρωποι γιατί οι άνθρωποι δεν αμφιβάλλουν όταν πρόκειται για ένα έγκλημα κατά της ανθρωπότητας- που δεν γνωρίζουν τη διαδικασία διόρθωσης.
Διότι η αναγνώριση της γενοκτονίας των Αρμενίων δεν είναι αυτοσκοπός και δεν θα μπορούσε να ήταν!
Είναι μόνο και μόνο ένα στάδιο, σημαντικό βέβαια, ωστόσο παραμένει ένα στάδιο. Γι’ αυτό, ας μη γελιόμαστε. Η ποινικοποίηση είναι αυτό που αποτελεί την πραγματική αλλαγή φάσης όσον αφορά στους δήμιους.
Διότι αυτή τη φορά, εφαρμόζεται έμπρακτα η καταδίκη της μη αναγνώρισης. Η αναγνώριση αποτελεί πρόοδο σε εθνικό επίπεδο, αλλά δεν έχει καμιά επίδραση σε νομικό επίπεδο έναντι ενός προσώπου, ενός θεσμού ή ακόμα ενός κράτους χωρίς ήθος που χλευάζει ανοιχτά τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Καμιά επίδραση, άρα καμιά ποινή!
Αυτή η παρατήρηση φαίνεται ασήμαντη εκ πρώτης όψεως, όμως δεν είναι. Υπαινίσσεται με έμμεσο τρόπο ότι μερικά άτομα μπορούν να δεχτούν την αναγνώριση χωρίς ωστόσο να το πιστεύουν αληθινά επειδή γνωρίζουν ότι δεν υπάρχει αντίκτυπος.
Έτσι η ποινικοποίηση μάς επιτρέπει να αναγνωρίσουμε μια πιο ύπουλη άρνηση της γενοκτονίας που είναι έτοιμη να θυσιάσει την ουσία της αναγνώρισης, η οποία όμως εξουδετερώνεται με την ποινικοποίηση.
Αυτή είναι η πραγματική προβληματική για το «μετά τη γενοκτονία».
Δεν αρκεί, λοιπόν, να αναγνωρίσουμε τη γενοκτονία για να ξέρουμε αν δεχόμαστε ή όχι την ύπαρξή της. Διότι χωρίς την ποινικοποίηση, πρόκειται μόνο για μια ιδέα και τίποτα περισσότερο. Ενώ με τη φράση «μετά τη γενοκτονία», δεν χρειαζόμαστε αυτού του τύπου την κοινωνική απόκλιση.
Αυτό που έχει σημασία, είναι η ανθρώπινη πραγματικότητα, η οποία δεν πρέπει να μετατραπεί σε κωμωδία με το πρόσχημα να ευαρεστηθεί η γαλλική λογοτεχνία ή οι τρόποι καλής συμπεριφοράς μιας κοινωνίας της λήθης και της αδιαφορίας.
Γι’ αυτόν το λόγο, ο αγώνας μας δεν μπορεί να σταματήσει μετά την αναγνώριση και δεν έχει νόημα χωρίς την ποινικοποίηση.
Θέστε αυτήν την προβληματική και εκμεταλλευτείτε αυτό το κριτήριο για να αναγνωρίσετε τους αληθινούς φίλους του αρμενικού ζητήματος. Διότι το έγκλημα χωρίς τιμωρία δεν υπάρχει! Και όχι μόνο αυτό, επιπλέον δεν υπήρξε ποτέ.
Διότι χωρίς τιμωρία αλλάζει η ίδια η φύση του βάρβαρου γεγονότος.
Χωρίς την καταδίκη της βαρβαρότητας, δεν είναι παρά ένα ιστορικό γεγονός.
Ας προσέξουμε γιατί η αναγνώριση θα υποβιβαστεί σε αυτό, αν δεν περάσει ο νόμος της ποινικοποίησης.
The Pontians are known across the globe for the “Pyrricheios” - one of Greece’s most ancient war dances dating as far back as Homer. The thunderous stomping of the feet and weapons was meant to scare off the enemy and to serve as a “warm up” before going into warfare, firing up the courage of the warriors. Despite being danced by fighters across the country since antiquity, the pyrricheios has been preserved to this day by the Pontic Greeks who dance in a straight line in military formation (rather than the original circle) without the weapons.
Ραχόπα σκίζω κι έρχουμαι θάλασσα κι φοούμαι εγώ και το μικρόν τ' αρνί μ' ατώρα ανταμούμες ..
Σ’ αυτή την κρίσιμη στιγμή ,οι γυναίκες του Πόντου ,έδειξαν όλο το μεγαλείο της προσφοράς τους και έκαναν τον ψυχισμό τους προπύργιο φιλοπατρίας και
κυματοθραύστη στα σχέδια των Τούρκων. Απλές γυναίκες του λαού κάθε ηλικίας μέχρι και σκευρωμένες γερόντισσες στύλωναν με θάρρος και φλόγισαν τις καρδιές των παλικαριών με το δαυλό της δικής τους ψυχής. Γίνονται παρηγορήτριες Παναγιές στον άνισο αγώνα και τις δοκιμασίες και τα εξιλαστήρια θύματα. Πυροδοτούσαν με ενθουσιασμό τις καρδιές των πολεμιστών και τους τροφοδοτούσαν με ψωμί και βόλια .Αγωνίζονταν στο πλευρό τους, δένοντας τα τραύματά τους και σαν αγγελιοφόρες μετέφεραν διάφορες πληροφορίες χρήσιμες για τις κινήσεις των ανταρτών.
Έτσι αναδεικνύονταν και αυτές πρωτεργάτριες της νίκης ,που έδιναν τα πάντα για τον δοκιμαζόμενο Ποντιακό λαό και την Πατρίδα ,χωρίς να ζητήσουν τίποτε. Έτσι σεμνά και αθόρυβα ,σχεδόν ολότελα λησμονημένες ,πέρασαν στο περιθώριο της επίσημης ιστορίας.
Σε όποια γωνιά της Ποντιακής γης και αν στραφείς διακρίνεις θρόμβους αιμάτων και θυσιών των γυναικών της. Σήμερα που ανασαίνουμε τη λευτεριά ,που ζούμε μέρες ειρήνης ,η σκέψη μας ευλαβικά ας γυρίσει πίσω σε κείνες τις σεμνές ,που ήταν το ίδιο μεγάλες ανάμεσα στους χρόνους που διάβηκαν ,το ίδιο ατρόμητες στις συμφορές που τις χτύπησαν , γι’ αυτό και σήμερα εμείς αποτίουμε φόρο τιμής και ευγνωμοσύνης στη σεμνότητα αυτών των γυναικών του Ποντιακού αγώνα» Και όμως υπήρξαν άσχετοι ;καλοθελητές; μικροφιλόδοξοι ;βαλτοί ή φτιαχτοί που αγνόησαν τον αγώνα των γυναικών στο αντάρτικο του Πόντου που τίμησαν την ένδοξη στολή των καπεταναίων τους και έγιναν αγωνίστριες στο πλευρό τους και καπετάνισσες για να συντρίψουν τους αιμοσταγείς Τούρκους διώκτες τους...
Πόσον καιρόν ογράσευα με τη φωτογραφία σ',
ν' εφτάγ' ατο και καλατσεύ, ν' ακούω τη λαλία σ'.
Μίαν κι άλλο να έλεες πουλόπο μ’ " Αγαπώ σε " εικόνισμα θ’ επείνα σε πουλί μ’ να προσκυνώ σε..
«Η Ρωμανία ’πέρασεν
η Ρωμανία ’πάρθεν
Η Ρωμανία κι αν ’πέρασεν
ανθεί και φέρει κι άλλο».
Τ' ομμάτια σ’ ειν’ ολήμαυρα
τ’οφρύδια σ’ πογιαμάδες
σ' εσέν γουρπάν να ίντανε
δεκαοχτώ γιοσμάδες.
Τον σεβνταλήν τον άνθρωπον
μη λέτε καλημέρα
ατός κι ‘ξέρ’ πότε νυχτών
και πότε έν ημέρα.
Πουλί μ' σα σουμαδέματα σ'
θα κρούγω τα καμπάνας
θα κρούγω ατά λυπητερά
να κλαίει ο κύρτς και η μάνα σ'.
Εικονογράφηση γυναικών σε μια βρύση στην Τραπεζούντα,
Από το "Boston Weekly Magazine", 1857
Αγάπα κορ' αγάπα κόρ' κι ας λένε επεντρόπ'ς εν
αγάπα και μ' εντρέπεσαι η εγάπ' πα για τ' ανθρώπ'ς εν ...
«Ποίος εμαυρολόεσεν;
Ποίος εμαυροείπεν …’κ’ έχουμε τα παρχάρια ‘μουν και τα’ άγια μοναστήρια ‘κ’ έχουμε τα ψηλά ραχιά και τα νερά τα κρύα.
Εφέκαμε τα μέρια μουν κι επήγαμε σ’ άλλα κόσμια μακρά και πέραν θάλασσας, σο πλαν την Ρωμανίαν.
Επέμ’ναμε αλλόξενοι, σ’ αλλόξενα τα τόπια. επέμ’ναμ’ αστερέωτοι, ση χώρας τα στερέας».
«Ο Δήμον ο κεμεντζετζής». Ηλίας Τσιρκινίδης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου