Τρίτη 29 Ιουλίου 2014

ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΙΑΤΡΟΥ







Τη σημαντική επιστημονική διάκριση Rothman-Ranawat, που απονέμεται ετησίως σε 4 διακεκριμένους χειρουργούς αρθροπλαστικών στις ΗΠΑ και κατ' εξαίρεση σε χειρουργούς από τον υπόλοιπο κόσμο δόθηκε φέτος στον αναπληρωτή καθηγητή Ορθοπεδικής Χειρουργικής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης κ. Ελευθέριο Τσιρίδη.

Η βράβευσή του κ. Τσιρίδη έγινε στο πλαίσιο του Παναμερικανικού Συνεδρίου της Αμερικανικής Ακαδημίας Ορθοπεδικών Χειρουργών (AAOS) και ο κ. Τσιρίδης επιλέχθηκε για τα επιτεύγματά του στον τομέα των αρθροπλαστικών, ενώ ο διακεκριμένος καθηγητής Adolf Lombardi που του απένειμε το βραβείο χαρακτήρισε τον Έλληνα χειρουργό «σημείο ανα­φοράς» για την αρθροπλαστική ισχίου και γόνατος διεθνώς.

Ο κ. Τσιρίδης που χειρουργεί στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο «Παπαγεωργίου» Θεσσαλονίκης, σε δήλωσή του στην εφημερίδα «ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ» ανέφερε πως η αναγνώριση της Γ' Πανεπιστη­μιακής Ορθοπαιδικής Κλινικής του «Παπαγεωργίου» ως κέ­ντρου αναφοράς των αρθρο­πλαστικών στην Ευρώπη δημι­ουργεί τεράστιες δυνατότητες για την εκπαίδευση των νέων ορθοπαιδικών και καθιστά την Ελλάδα ηγέτιδα στο χάρτη των ορθοπεδικών επεμβάσεων στέλνοντας το ελπιδοφόρο μήνυμα πως η ολική αρθροπλαστική του ισχίου και του γόνα­τος (μια βαρύτατη επέμβαση που έως πρόσφατα απαιτούσε πολυήμερη νοσηλεία) ολοκλη­ρώνεται με νοσηλεία 24 ωρών και με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το καλό του ασθενούς και το κόστος των δαπανών Υγείας.


Κυριακή 20 Ιουλίου 2014

Παραμυθάκια To χαμομηλάκι

Παραμυθάκια

To χαμομηλάκι

FairyTales


Το μεγαλείο της ψυχής δεν χρειάζεται γερά πόδια



Το μεγαλείο της ψυχής δεν χρειάζεται γερά πόδια


Η ώρα είχε πάει 8 και σε λίγη ώρα θα χτυπούσε το κουδούνι. Τα περισσότερα παιδιά βρίσκονταν ήδη στο προαύλιο του μικρού τετραθέσιου δημοτικού σχολείου του χωριού
Έξω από την πόρτα του σχολείου φτάνει και ο μικρός Γιώργος με τον πατέρα του. Εκείνος, του δίνει την τσάντα και του λέει:





«Λοιπόν Γιωργάκη όπως είπαμε. Να προσέχεις τη δασκάλα σου, να μη μιλάς μέσα στην τάξη και στο διάλειμμα να κάνεις παρέα με όλα τα παιδάκια. Όχι μόνο με τον Τάσο. Είπαμε, ο Τάσος δεν μπορεί να τρέξει και να παίξει ποδόσφαιρο. Δεν χρειάζεται να χάνεις το παιχνίδι σου για τον Τάσο».


Ο μικρός, κούνησε το κεφάλι του και μπήκε μέσα στο προαύλιο. Οι συμμαθητές του έτρεξαν να τον συναντήσουν. Τον περικύκλωσαν και άρχισαν να μιλάνε φωναχτά για όσα πέρασαν το προηγούμενο απόγευμα.

Μόνο ένα παιδάκι, ξανθό, αδύνατο με μεγάλα καστανά μάτια και μακριά σγουρά μαλλιά δεν έτρεξε κοντά στο Γιωργάκη.

Καθισμένο μονάχο του στο πεζούλι της αυλής κοιτούσε τα υπόλοιπα παιδιά χαμογελώντας λες και βρισκόταν εκεί μαζί τους.

Ο Τάσος, αυτό ήταν το όνομα του μοναχικού παιδιού, ήθελε πολύ να τρέξει δίπλα στο συμμαθητή του. Μόνο η ψυχούλα του ήξερε πόσο πολύ το ήθελε.

Όμως, τα πόδια του δεν τον βοηθούσαν να ικανοποιήσει την ψυχή του. Ένα πρόβλημα κινητικό που είχε από τη γέννησή του τον υποχρέωνε να βαδίζει με δυσκολία. Για τρέξιμο, ούτε λόγος να γίνεται.

Το επίσημο χαρτί που έφερε η μητέρα του στη Διευθύντρια του σχολείου έκανε λόγο και για μία κινητική υστέρηση που ήταν η αιτία, ο Τάσος να κινείται με δυσκολία αλλά δεν τον εμπόδιζε σε τίποτα, να διαβάζει, να γράφει και να μιλάει με αρκετά μεγάλη ευχέρεια.

Καταλάβαινε τα πάντα από όλα όσα του έλεγαν μα κυρίως η καρδιά του ήταν γεμάτη από όμορφα συναισθήματα και απέραντη καλοσύνη.

Τι κι αν μερικά παιδιά κάποιες φορές τον κορόιδευαν που δεν μπορούσε να παίζει μαζί τους ποδόσφαιρο; Για κείνον, ήταν αρκετό να τους βλέπει και να χαίρεται βλέποντάς τους να παίζουν και να διασκεδάζουν. Πολλές φορές καθόταν στην άκρη και έκανε το διαιτητή.

Ούτε κράτησε κακία στη δασκάλα του όταν την άκουσε να συζητάει με κάποιους γονείς που της ζητούσαν να κάνει κάτι για να φύγει ο ίδιος από το σχολείο και να πάει σε κάποιο που είναι ειδικό για «καθυστερημένα» ώστε να μη μένουν πίσω τα υπόλοιπα «φυσιολογικά» παιδιά.


«Αν περνούσε από το χέρι μου θα το έκανα όμως δεν μπορώ να υποχρεώσω τους γονείς του αν δεν θέλουν να το στείλουν σε ειδικό σχολείο. Άλλωστε δεν υπάρχει στην πόλη μας τέτοιο σχολείο. Πρέπει να πάει στη διπλανή πόλη. Βέβαια δεν είναι από τις βαριές περιπτώσεις, αλλά όπως να το κάνεις φρενάρει όλη την τάξη. Ακόμη και στη γυμναστική και τη μουσική η παρουσία του δημιουργεί εμπόδια».

«Να φανταστείτε», συνέχισε η δασκάλα «οι γονείς του έχουν την απαίτηση να τον πάρουμε μαζί μας στην εκδρομή που θα πάμε στο ποτάμι. Εγώ προσωπικά, δεν αναλαμβάνω την ευθύνη να τον συνοδεύσω. Θα πρέπει να έχω την προσοχή μου μόνο σ’ εκείνον. Τα υπόλοιπα παιδιά τι θα γίνουν; Δεν ξέρω τελικά τι θα αποφασίσει ο σύλλογος , πάντως εγώ εξέφρασα την αντίθεσή μου».

 Η αλήθεια είναι πως ο Τασούλης στεναχωρήθηκε με την ιδέα πως δεν θα πήγαινε εκδρομή στο ποτάμι μαζί με τα υπόλοιπα παιδιά. Την περίμενε πως και πως αυτή την εκδρομή. Είχε ξαναπάει στο ποτάμι με τους γονείς του και του άρεσε.

Του άρεσε να βλέπει το νερό να κυλάει, να τρέχει, όπως εκείνος δεν μπορούσε να κάνει με τα πόδια του. Γι’ αυτό έτρεχε με τη φαντασία του. Το μυαλό του «κυλούσε» στις όχθες της ζωής που θα ήθελε να κάνει μεγαλώνοντας.

Ήθελε να γίνει γιατρός κι ας ήξερε πως ... ήταν πολύ δύσκολο, για να βοηθήσει παιδιά που θα έχουν το δικό του ή παρόμοιο πρόβλημα, αν όχι να γίνουν καλά, τουλάχιστον να ζουν ευτυχισμένα.

Το κουδούνι χτύπησε και ο μικρός Τάσος με μικρά και επίπονα βήματα έφτασε στην αίθουσα και κατευθύνθηκε στο θρανίο του. Η τσάντα που κουβαλούσε στην πλάτη του, δυσκόλευε την προσπάθειά του, μα πιο πολύ τον βάραινε το γεγονός ότι ο καλύτερός του φίλος, ο Γιώργος, δεν του είχε πει μέχρι τότε ούτε μία κουβέντα. Άλλες φορές, ήταν ο πρώτος που καλημέριζε και πάντα τον βοηθούσε κουβαλώντας την τσάντα του μέχρι την αίθουσα. Όχι πως είχε ανάγκη το κουβάλημα, αλλά, να, τον άφηνε να το κάνει γιατί έτσι τον αισθανόταν περισσότερο φίλο του.

«Όταν θα γίνω καλά και θα μπορώ να περπατάω όπως εσύ, δεν θα σ’ αφήσω να κουβαλήσεις ποτέ και καμία τσάντα στη ζωή σου» είπε ένα πρωινό στο φίλο του καθώς πήγαιναν μαζί προς την αίθουσα.

Ο Τάσος ανησύχησε ακόμη περισσότερο όταν είδε πως ο Γιώργος δεν τον πλησίασε σε κανένα από τα διαλείμματα και στο σχόλασμα ούτε καν τον χαιρέτισε.

Γυρνώντας στο σπίτι, δεν μπόρεσε να κρύψει τη θλίψη του. Η Μητέρα του τον πλησίασε και τον ρώτησε τι τον απασχολούσε. Όταν της εξήγησε, εκείνη του υποσχέθηκε πως θα φροντίσει να πάει στην εκδρομή. Στην ανάγκη θα τον συνόδευε η ίδια ή ο πατέρας του. Όσο για τη συμπεριφορά του φίλου του, απλά του είπε να μην βιάζεται να βγάζει συμπεράσματα και να μην περιμένει από τους άλλους περισσότερα από όσα μπορούν να δώσουν.

Το τελευταίο, δεν το κατάλαβε γιατί πίστευε πως οι φίλοι επιβάλλεται να δίνουν μεταξύ τους περισσότερα από όσα μπορούν, αλλιώς, δεν είναι φίλοι.

Την επόμενη μέρα, η μητέρα του Τάσου, επικοινώνησε με τη διευθύντρια του σχολείου και της δήλωσε πως είναι πρόθυμη να συνοδεύσει το γιο της στην εκδρομή, απαλλάσσοντας έτσι και τους δασκάλους από το άγχος του να έχουν συνεχώς το νου τους στον Τάσο.

Επιτέλους, η μέρα της εκδρομής έφτασε.

Όλοι οι μαθητές επιβιβάστηκαν στο λεωφορείο και μετά από δύο ώρες έφτασαν στον προορισμό τους.

Τα παιδιά με τους δασκάλους κατευθύνθηκαν στον τελικό τους προορισμό. Το τοπίο ήταν κάτι παραπάνω από μαγευτικό, καθώς η Άνοιξη δεν κράτησε κανένα χρώμα στην παλέτα της. Τα σκόρπισε όλα σε τούτο το μέρος.

Ο Τάσος θα ήταν τρισευτυχισμένος αν κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, ο φίλος του ο Γιώργος, του είχε πει έστω και μια κουβέντα. Όχι μόνο κουβέντα, αλλά ούτε μια ματιά δεν του έριξε.

Οι δάσκαλοι, άφησαν τα παιδιά να παίξουν στο γύρω χώρο αφού πρώτα τους απαγόρεψαν να πλησιάσουν στο ποτάμι, και κατευθύνθηκαν στο καφενεδάκι που βρισκόταν λίγα μέτρα πιο πέρα. Από κει, θα μπορούσαν να βλέπουν και τα παιδιά και να τρέξουν, αν προέκυπτε κάτι. Τους δασκάλους, ακολούθησε και η μητέρα του Τάσου. Εκείνος, προτίμησε να κάτσει κάτω στα χόρτα σε ένα σημείο που μπορούσε να βλέπει το νερό να κυλάει στο ποτάμι.

Χάζευε με τις πεταλούδες και ζήλευε τις ιτιές που μπορούσαν, όποτε ήθελαν, να σκύβουν και να δροσίζονται με το νερό του ποταμού.

Μερικά παιδιά, ανάμεσά τους κι ο Γιώργος, κάνοντας έναν μικρό κύκλο, βρέθηκαν πίσω από μια συστάδα θάμνων που τους έκρυβε από τα μάτια των δασκάλων.

«Να κατεβούμε λίγο στο ποτάμι;», ρώτησε ένα παιδί.

«Εγώ δεν κατεβαίνω», είπε ο Γιώργος.

«Ας πάμε τουλάχιστον λίγο πιο κάτω», πρόσθεσε ένα άλλο.

Ο Γιώργος συμφώνησε και τα παιδιά, άρχισαν να κατεβαίνουν με προσοχή.

Ο Τασούλης, από το μέρος που καθόταν, τους έβλεπε και σηκώθηκε να πάει να τους συναντήσει.

Καθώς πλησίασε αρκετά, άκουσε φωνές και κατάλαβε ότι κάτι έτρεχε. Μόλις έφτασε στο μέρος των παιδιών τα είδε να προσπαθούν, πιασμένα χέρι-χέρι και δημιουργώντας αλυσίδα, να τραβήξουν το φίλο του το Γιώργο που βρισκόταν μέσα στο ποτάμι και προσπαθούσε, απεγνωσμένα να σκαρφαλώσει προς τα πάνω.

Ένα παιδί δεν άντεξε και το χέρι του ξέφυγε από την αλυσίδα.

Ο Γιώργος βρέθηκε μέσα στο ποτάμι με το χέρι απλωμένο να ζητάει βοήθεια. Τα παιδιά τα έχασαν και μερικά έτρεξαν να φωνάξουν τους δασκάλους οι οποίοι ήδη είχαν αντιληφθεί ότι κάτι τρέχει και κατευθύνονταν προς το σημείο του ατυχήματος.


Ο Τασούλης, χωρίς να τον έχει προσέξει κανείς, έσυρε σιγά-σιγά το κορμί του και έφτασε στο νερό. Έπιασε με το ένα του χέρι, το χέρι του αγαπημένου του φίλου και βάζοντας το ένα του πόδι κόντρα στον κορμό μιας ιτιάς, άρχισε να τον τραβάει προς τα έξω. Είχε δύναμη στα χέρια ο Τασούλης, μα περισσότερη δύναμη είχε στην ψυχούλα του. Κατάφερε να τραβήξει το Γιώργο έξω. Το μόνο που πρόλαβε να δει ήταν τα μάτια του φίλου του να τον κοιτάζουν δακρυσμένα πριν τον αρπάξουν οι δάσκαλοι κι εκείνον η μητέρα του.

«Γιατί Τάσο δεν ζήτησες βοήθεια; Θα μπορούσατε να πνιγείτε και οι δύο. Αχ, βρε Τάσο. Δεν πειράζει. Φτάνει που είστε και οι δύο καλά. Μη μου το ξανακάνεις όμως αυτό, εντάξει;».

Ο Τάσος δεν είπε κουβέντα. Κούνησε μόνο καταφατικά το κεφάλι και με τη βοήθεια της μητέρας του έφτασε στο μικρό καφενεδάκι.

Όλοι έτρεξαν να τον αγκαλιάσουν και να του πουν ένα «μπράβο». Όλοι, εκτός από τη δασκάλα που δεν τον ήθελε μαζί της στην εκδρομή.

Εκείνος σηκώθηκε και πλησίασε προς τη δασκάλα που βρισκόταν πιο πέρα και προσπαθούσε με το μπουφάν της να ζεστάνει το Γιώργο που ήταν μούσκεμα.

«Βλέπετε κυρία; Κάποια πράγματα μπορούν να τα κάνουν κι εκείνοι που δεν έχουν και τόσο γερά πόδια», είπε στη δασκάλα και έστριψε για να φύγει.

«Σ’ ευχαριστώ και με συγχωρείς», άκουσε το Γιώργο να λέει με τρεμάμενη φωνή.

Κοντοστάθηκε για λίγο και γύρισε πίσω το κεφάλι του. Είδε τη δασκάλα, να στέκεται αμίλητη με χαμηλωμένο το κεφάλι και τον φίλο του να τον κοιτάζει στα μάτια.

«Κι εσύ το ίδιο θα έκανες για μένα. Το ξέρουμε και οι δύο αυτό. Έτσι δεν είναι; Πες στον μπαμπά σου να μην ανησυχεί. Όσο για μένα, θα περιμένω λίγα χρόνια μέχρι να μεγαλώσεις. Ελπίζω να μη με ξεχάσεις. Τα λέμε τότε», είπε ο Τάσος και γύρισε στη μητέρα του.

Με το Γιώργο δεν ξαναέκαναν παρέα όσο ήταν στο σχολείο. Μετά οι δρόμοι τους χώρισαν.

Κανείς δεν ξέρει το τι απέγιναν τα δύο παιδιά. Κάποιοι, μετά από χρόνια είπαν, πως ο πατέρας του Γιώργου, μετά από ένα τροχαίο, μπόρεσε και περπάτησε χάρη σε κάποιον γιατρό που τον χειρούργησε. Δεν ήξεραν το όνομά του. Το μόνο που έμαθαν ήταν πως δεν είχε και τόσο γερά πόδια…



Από τον Χρήστο Επαμ. Κυργιάκη

ΠΗΓΗ     http://hamomilaki.blogspot.gr/

το βρήκαμε εδώ: daddycool2403

Δευτέρα 14 Ιουλίου 2014

ΛΟΓΙΣΜΙΚΟ ΔΙΑΔΡΟΜΗΣ

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΝΟΣ ΒΑΤΡΑΧΟΥ

 Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΝΟΣ ΒΑΤΡΑΧΟΥ


Φανταστείτε μια κατσαρόλα γεμάτη κρύο νερό, μέσα στο οποίο κολυμπά ανέμελα, ένα βατραχάκι. Κάτω από την κατσαρόλα, ανάβεται μια μικρή φωτιά και το νερό, αρχίζει να ζεσταίνεται πολύ σιγά.

Το νερό, σιγά σιγά γίνεται χλιαρό και το βατραχάκι, βρίσκοντας το μάλλον ευχάριστο, συνεχίζει να κολυμπά χαρούμενο. Η θερμοκρασία του νερού, συνεχίζει να ανεβαίνει. Τώρα το νερό είναι πιο ζεστό, από ότι το βατραχάκι θα θεωρούσε ευχάριστο, αισθάνεται λίγο κουρασμένο, αλλά παρ όλα ταύτα δεν αισθάνεται κανέναν φόβο.
Τώρα το νερό είναι πραγματικά ζεστό και το βατραχάκι αρχίζει να αισθάνεται δυσάρεστα, αλλά είναι εξουθενωμένο. Για αυτόν τον λόγο, υπομένει και δεν αντιδρά. Η θερμοκρασία συνεχίζει να ανεβαίνει, έως ότου, το βατραχάκι καταλήξει να βράσει και ως εκ τούτου, να πεθάνει.

Εάν έριχναν το ίδιο βατραχάκι κατ’ ευθείαν σε νερό θερμοκρασίας 50 βαθμών, με μια εκτίναξη των ποδιών του, θα είχε πηδήξει αμέσως έξω από την κατσαρόλα.

Αυτό, αποδεικνύει, ότι όταν μια αλλαγή γίνει με έναν τρόπο επαρκώς αργό, διαφεύγει της συνειδήσεως και στην πλειονότητα των περιπτώσεων, δεν προκαλεί καμία αντίδραση, καμιά αντίσταση, καμία επανάσταση. Ένα μεγάλο μέρος καταστάσεων που πριν από 20, 30 η 40 χρονιά, θα μας έκαναν να φρίξουμε, και να βγούμε στους δρόμους, σιγά σιγά έγιναν κοινότυπες και σήμερα περνάνε απαρατήρητες η αφήνουν τελείως αδιάφορη την πλειονότητα του κόσμου.

Τα άσχημα προγνωστικά για το μέλλον μας, αντί να προκαλούν αντιδράσεις και εξεγέρσεις, δεν κάνουν τίποτε άλλο παρά να προετοιμάζουν ψυχολογικά τον κόσμο, ώστε να υφίσταται και να αποδέχεται τις εξαθλιωτικές και δραματικές συνθήκες ζωής που μας επιβάλλουν.

Κυριακή 6 Ιουλίου 2014

Το εργατικό μυρμήγκι

Το εργατικό μυρμήγκι







Κάθε μέρα, ένα μικρό μυρμήγκι πήγαινε στη δουλειά του πολύ νωρίς και ξεκίναγε αμέσως να δουλεύει.
Ήταν πολύ παραγωγικό και χαρούμενο.
Το αφεντικό, το λιοντάρι, παραξενεύτηκε που το μυρμήγκι δούλευε χωρίς εποπτεία, και σκέφτηκε…
Αν το μυρμήγκι είναι τόσο παραγωγικό χωρίς εποπτεία, δεν θα ήταν ακόμη πιο παραγωγικό αν είχε κάποιον να τον επιβλέπει;
Έτσι προσέλαβε μια κατσαρίδα, η οποία είχε μεγάλη πείρα σε αυτή τη θέση και μάλιστα έγραφε καταπληκτικές αναφορές.
Η πρώτη απόφαση που πήρε η κατσαρίδα ήταν η δημιουργία ενός συστήματος ελέγχου της προσέλευσης των εργαζομένων.
Επίσης χρειαζόταν έναν υπάλληλο για να τη βοηθάει στη συγγραφή και δακτυλογράφηση των αναφορών της.
Γι’ αυτό προσέλαβε μια αράχνη για να τη βοηθάει με τις αναφορές και για να απαντάει στα τηλεφωνήματα.
Το λιοντάρι ήταν πάρα πολύ ευχαριστημένο από τις αναφορές της κατσαρίδας, και τις ζήτησε να δημιουργήσει γραφήματα που να δείχνουν το ρυθμό και τις τάσεις παραγωγής, ώστε να τα τις χρησιμοποιήσει στις συναντήσεις του Διοικητικού Συμβουλίου.
Έτσι η κατσαρίδα έπρεπε να αγοράσει έναν νέο ηλεκτρονικό υπολογιστή και εκτυπωτή laser.
…και γι’ αυτό προσέλαβε μια μύγα για να διευθύνει το τμήμα της τεχνολογίας (ΙΤ).
Το μυρμήγκι που ήταν τόσο παραγωγικό και ήρεμο, μισούσε την πληθώρα της γραφειοκρατίας και των συναντήσεων που έτρωγαν τον περισσότερο από το χρόνο του.
Το λιοντάρι κατέληξε στο συμπέρασμα ότι θα έπρεπε να ορίσει κάποιον υπεύθυνο στο τμήμα που εργαζόταν το μυρμήγκι.
Η θέση δόθηκε στον τζίτζικα, η πρώτη απόφαση του οποίου ήταν να αγοράσει καινούργια μοκέτα και καινούργια εργονομική πολυθρόνα για το γραφείο του.
Ο νέος υπεύθυνος του τμήματος, χρειάζονταν επίσης έναν ηλεκτρονικό υπολογιστή και έναν βοηθό, τον οποίο έφερε από την προηγούμενη θέση του, για να τον βοηθήσει να δημιουργήσει ένα πλάνο εργασίας, στρατηγικού ελέγχου του προϋπολογισμού και βελτιστοποίησης του τμήματος.
Το τμήμα στο οποίο δούλευε το μυρμήγκι ήταν τώρα ένα θλιμμένο μέρος, όπου κανένας δεν γελούσε πια και όλοι ήταν αναστατωμένοι.
Τότε ο τζίτζικας έπεισε το αφεντικό, το λιοντάρι, ότι ήταν απολύτως απαραίτητο να γίνει μια έρευνα για το εργασιακό περιβάλλον του τμήματος.
Κάνοντας μια επισκόπηση των αναφορών σχετικά με το τμήμα στο οποίο δούλευε το μυρμήγκι, το λιοντάρι παρατήρησε ότι η παραγωγικότητα είχε πέσει σε σχέση με παλιότερα.
Έτσι προσέλαβε την κουκουβάγια, μια επιφανής και πεφωτισμένη σύμβουλος, για να κάνει λογιστικό έλεγχο και να προτείνει λύσεις.
Η κουκουβάγια πέρασε τρεις μήνες στο τμήμα και κατέληξε με μια αναφορά πολλών τόμων που κατέληγε στο εξής: το τμήμα έχει υπερβολικό αριθμό προσωπικού.
Μαντέψτε ποιον απέλυσε πρώτο το λιοντάρι…

Το μυρμήγκι φυσικά, γιατί «παρουσίαζε έλλειψη κινήτρων και είχε αρνητική συμπεριφορά»

9 συμβουλές για να διώξετε τις αρνητικές σκέψεις

9 συμβουλές για να διώξετε τις αρνητικές σκέψεις




Η ζωή είναι γεμάτη επιλογές. Μπορείτε να επιλέξετε να σκέφτεστε θετικά ή αρνητικά, όποια κι αν είναι η κατάσταση που αντιμετωπίζετε. Ακολουθούν μερικές συμβουλές που θα σας βοηθήσουν να ξεπεράσετε τις αρνητικές σκέψεις και να έχετε μια ευτυχισμένη και υγιή ζωή.

Όσα έχουμε στο μυαλό μας, έχουν πολλή δύναμη. Αν οι θετικές σκέψεις έχουν τη δύναμη να χτίσουν μια τεράστια επιχειρηματική αυτοκρατορία από ένα πολύ ταπεινό ξεκίνημα, τότε οι αρνητικές σκέψεις μπορούν σίγουρα να μας «ακινητοποιήσουν» και να μας εμποδίζουν από το επιτύχουμε στη ζωή μας, σε διάφορους τομείς.
Όσο πιο γρήγορα μπορέσετε να διώξετε τις αρνητικές σκέψεις από το μυαλό σας, τόσο το καλύτερο. Υγεία, ευτυχία και χαρά, μπορούν να γίνουν δικά σας, αν καταφέρετε να μετατρέψετε κάθε τι αρνητικό, σε θετικό.
Λίγο στρες, μπορεί να είναι παραγωγικό για να επιτύχετε στη ζωή σας. Αυτό ονομάζεται ουσιαστικά «κινητήρια δύναμη» και βοηθά να ολοκληρώσουμε όσα έχουμε αναλάβει στην ώρα τους, ή μας κάνει επιφυλακτικούς σχετικά με ορισμένες καταστάσεις. Ωστόσο, το πρόβλημα προκύπτει όταν έχουμε εμμονή με τον αρνητικό τρόπο σκέψης.

Ακολουθούν μερικές συμβουλές που θα σας βοηθήσουν να ξεπεράσετε τις αρνητικές σκέψεις και να έχετε μια ευτυχισμένη και υγιή ζωή.
1. Συνειδητοποίηση: Όλες οι αρνητικές σκέψεις, όπως θλίψη, απελπισία, ενοχές, θυμός, κλπ, μπορούν να αποτελέσουν κινητήρια δύναμη για την ανάληψη δράσης. Δείτε πότε η διάθεσή σας αλλάζει προς το χειρότερο και σημειώστε τι σκεφτόσασταν εκείνη τη στιγμή. Σε λίγες ημέρες, θα είστε σε θέση να επισημάνετε τη σκέψη που σας έκανε να νιώσετε αυτά τα συναισθήματα κι έτσι θα μπορέσετε να ελέγξετε τη σκέψη σας πριν γίνει συναίσθημα και ριζώσει στο μυαλό σας. Θα συνειδητοποιήσετε ότι τις περισσότερες φορές, είναι οι ίδιες αρνητικές σκέψεις που σας έρχονται στο μυαλό.
2. Χρόνος για τον εαυτό μας: Οι περισσότεροι από εμάς, είμαστε τόσο απασχολημένοι με το να φροντίζουμε τους άλλους ή να ασχολούμαστε με διάφορα πράγματα, που ξεχνάμε να διαθέσουμε λίγο χρόνο για τον εαυτό μας. Ακόμη και κατά τη διάρκεια της βόλτας μας, συχνά σκεφτόμαστε τι να μαγειρέψουμε ή πώς να κάνουμε μια δουλειά στο γραφείο. Διαθέστε λίγη ώρα για τον εαυτό σας κάθε μέρα, όταν κάνετε κάτι που σας αρέσει, χωρίς να το διακόπτετε με άλλες σκέψεις. Με αυτό τον τρόπο, η αποδοτικότητά σας θα βελτιωθεί και σε άλλα πράγματα. Η ευτυχία που θα αντανακλά στο πρόσωπό σας, θα κάνει και τους αγαπημένους σας χαρούμενους.
3. Διαχειριστείτε το χρόνο σας: Υπάρχει μόνο ένα πράγμα σε αυτή τη ζωή, που όλα τα ανθρώπινα όντα έχουν σε ίσο μερίδιο: ο χρόνος. Μάθετε να διαχειρίζεστε τις 24 ώρες της ημέρας, αποτελεσματικά. Εάν δεν μπορείτε να ολοκληρώσετε τις αποστολές σας στην ώρα τους, αυτό θα επιδεινώσει τις αρνητικές σας σκέψεις και θα επηρεάσει το επίπεδο της αυτοπεποίθησής σας. Ορίστε συγκεκριμένο χρόνο για κάθε εργασία και τηρήστε τον και βγάλτε από τη ζωή σας ό,τι σας «τρώει» το χρόνο άσκοπα.
4. Να έχετε χαρούμενες παρέες: Ένα χαλασμένο αυγό είναι αρκετό για να καταστρέψει ένα ολόκληρο καλάθι με αυγά! Ακόμα κι αν είστε το πιο θετικά σκεπτόμενο άτομο, η παρέα με ένα… αρνητικό άτομο, μπορεί να αλλάξει τον τρόπο σκέψης σας προς το χειρότερο. Επιλέξτε τους φίλους σας προσεκτικά. Και αφιερώστε όλο και περισσότερο χρόνο σε άτομα που σκέφτονται θετικά και αισιόδοξα.
5. Δραστηριότητες αναψυχής: Ασχολίες που σας ευχαριστούν, όπως το να ακούτε μουσική, να διαβάζετε ένα βιβλίο, να βλέπετε μια ταινία στην τηλεόραση, ή να κάνετε το χόμπι σας, είναι μερικοί από τους τρόπους που μπορούν να εκτρέψουν το μυαλό σας από τον αρνητικό, προς τον θετικό τρόπο σκέψης.
6. «Ακονίστε» τις αισθήσεις σας: Σήμερα, εξαιτίας των ταχύτατων ρυθμών ζωής, οι άνθρωποι έχουν αποκτήσει ανοσία στις αισθήσεις τους. Σταματήστε, χαλαρώστε και απολαύστε οτιδήποτε ωραίο, δίνοντας προσοχή στις αισθήσεις σας σε κάθε δραστηριότητα. Μυρίστε και απολαύστε τη γεύση των τροφών όταν τρώτε. Όταν κάνετε μπάνιο, νιώστε το νερό που ρέει μέσα από το σώμα σας. Νιώστε τις διαφορετικές υφές στα υφάσματα. Κοιτάξτε τον ουρανό και αισθανθείτε τον αέρα στο πρόσωπό σας, ενώ κάνετε ποδήλατο. Όλα αυτά θα σας κάνουν πιο ζωντανούς και θετικούς.
7. Αποφύγετε τη γενίκευση και την υπερβολή: Πολλές φορές, σκεφτόμαστε και ξανασκεφτόμαστε μερικές αρνητικές καταστάσεις, ώστε να τις «χαράζουμε» στο μυαλό μας και να μας κρατούν λυπημένους. Το να ξεχνάμε και να συγχωρούμε, είναι πολύ σημαντικό στη ζωή. Διαφορετικά θα υπερβάλλουμε στις σκέψεις μας και θα γενικεύουμε καταστάσεις, γεμίζοντας αγωνία.
Για παράδειγμα, η γενικευμένη δήλωση, «δεν με ακούς ποτέ», μπορεί να διατυπωθεί ως «υπήρξαν φορές κατά το παρελθόν που με πρόσεχες και ένιωθα ότι με άκουγες. Αυτή τη στιγμή, ωστόσο, αισθάνομαι πως δεν ενδιαφέρεσαι για ό, τι έχω να πω». Η δεύτερη διατύπωση είναι πιο ειλικρινής και λιγότερο υπερβολική. Οπότε μπορεί να οδηγήσει σε ένα πιο θετικό αποτέλεσμα.
8. Το πείσμα δεν κερδίζει ποτέ: Πολλοί λένε «ή θα έχεις δίκιο ή θα είσαι χαρούμενος». Για να είμαστε χαρούμενοι, θα πρέπει να υποχωρούμε. Το πείσμα μας κάνει να χάνουμε χρόνο. Κάθε άτομο έχει το δικαίωμα να λέει τη δική του γνώμη, η οποία μπορεί να είναι διαφορετική από τη δική σας. Ακόμα και αν το επιχείρημά σας είναι σωστό, δεν πρόκειται να σας κάνει ευτυχισμένους, όταν έχει δημιουργηθεί μια δυσάρεστη κατάσταση. Έτσι, κάποιες φορές θα πρέπει να υποχωρείτε και να δίνετε τόπο στην οργή για να μην αφήνετε τα προβλήματα να δημιουργούνται.
9. Αποφύγετε να βγάζετε συμπεράσματα: Μερικές φορές, πριν οι συνομιλητές σας ολοκληρώσουν ό,τι λένε, βγάζετε συμπεράσματα, τα οποία μπορεί να οδηγούν σε δυσάρεστα επιχειρήματα και να σας γεμίζουν αρνητικές σκέψεις. Αποφύγετε να κάνετε υποθέσεις. Μην παίρνετε κάθε τι προσωπικά, πριν μάθετε τι πραγματικά συμβαίνει. Η υπομονή είναι αρετή.

Η ζωή είναι γεμάτη επιλογές. Μπορείτε να επιλέξετε να σκέφτεστε θετικά ή αρνητικά, όποια κι αν είναι η κατάσταση που αντιμετωπίζετε. Το μυαλό μας έχει ένα «μυστικό», αόρατο «φυλαχτό». Από τη μια πλευρά έχει την αρνητική στάση απέναντι στη ζωή και από την άλλη τη θετική. Η αρνητική πλευρά θα σας στερήσει από όλα αυτά που κάνουν τη ζωή να αξίζει.

Ο Ψαράς και η Ψυχή του

Ο Ψαράς και η Ψυχή του




Μια φορά και έναν καιρό, σε ένα μακρινό ψαροχώρι, ένας ψαράς πήγαινε κάθε βράδυ στη θάλασσα και έριχνε τα δίχτυα του στο νερό. Όταν ο άνεμος φυσούσε από τη στεριά, δεν έπιανε τίποτα. Όταν ο άνεμος ερχόταν από τα βάθη της θάλασσας, τότε τα δίχτυα του γέμιζαν χιλιάδες ψάρια.
Ένα βράδυ τα δίχτυα του ήταν τόσο βαριά που δεν μπορούσε να τα τραβήξει πάνω στη βάρκα του. "Πω! Πω! Σίγουρα έχω πιάσει όλα τα ψάρια της θάλασσας ή κανένα μεγάλο τέρας από αυτά που μόνο σε απέραντους ωκεανούς μπορείς να βρεις."
'Όταν με τα πολλά κατάφερε να φέρει το δίχτυ στην επιφάνεια, δεν είδε τίποτε άλλο παρά μια μικρή Γοργόνα που κοιμόταν, χωρίς να έχει καταλάβει τίποτα. Ο ψαράς μόλις την είδε έχασε τη λαλιά του. Ήταν τόσο όμορφη, που άλλη γυναίκα δεν είχε δει πουθενά να έχει τη δική ης ομορφιά. Τα μαλλιά της υγρά και ξανθά σαν το χρυσάφι έπεφταν στους ώμους της. Το κορμί της ήταν ολόλευκο και η ουρά της σαν να ήταν καμωμένη από χιλιάδες μαργαριτάρια. Πράσινα πέπλα της θάλασσας τυλίγονταν γύρω της και σαν κοράλλια ήταν τα μάτια και τα χείλη της.
Ο ψαράς δεν μπόρεσε να κρατηθεί και άπλωσε τα χέρια του κρατώντας την σφιχτά στην αγκαλιά του. Η Γοργόνα ξύπνησε και τρόμαξε τόσο πολύ, που παρακαλούσε τον ψαρά να την αφήσει να φύγει, γιατί ήταν η μοναχοκόρη του βασιλιά του θαλασσόκοσμου. Τότε ο μικρός ψαράς, αφού σκέφτηκε λίγο και επειδή δε ήθελε να τη χάσει, της είπε ότι θα την άφηνε να φύγει, αρκεί, όποτε την φώναζε, να έβγαινε πάνω στον αφρό της θάλασσας και να του σιγοτραγουδούσε. Η Γοργόνα του το υποσχέθηκε και έτσι και έγινε.
Κάθε βράδυ ο μικρός ψαράς πήγαινε στο ίδιο σημείο και την καλούσε. Έβγαινε τότε εκείνη και τραγουδούσε τόσο γλυκά, που όλα τα ψάρια μαζεύονταν γύρω της για να την ακούσουν και τα δελφίνια χόρευαν πάνω στον αφρό. Ο Ψαράς μαγεμένος ξεχνούσε τα δίχτυα του και τα ψάρια του και ερωτευμένος καθώς ήταν, καθόταν μόνο και κοιτούσε την όμορφη Γοργόνα, ακούγοντας το τραγούδι της. Ώσπου ένα βράδυ δεν άντεξε άλλο να κοιτάει μόνο τη Γοργόνα χωρίς να την αγγίξει και να ζήσει μαζί της που της είπε:
«Γοργόνα, Γοργονίτσα σ’ αγαπάω και θέλω να γίνω άντρας σου. Θέλω τη ζωή μου να την περάσω μαζί σου».
Η μικρή Γοργόνα όμως κούνησε το κεφάλι της. «Έχεις ανθρώπινη ψυχή. Αν τα καταφέρεις να διώξεις την ψυχή σου, τότε θα μπορέσω να σε αγαπήσω και να έρθεις μαζί μου στο θαλασσόκοσμο και το βασίλειο μου». Αυτά είπε η Γοργόνα και έφυγε.
Τότε ο Ψαράς σκεφτόμενος μονολογούσε: «Τι είναι αλήθεια η ψυχή και σε τι μας χρησιμεύει; Εγώ δεν την έχω δει ποτέ και δεν την έχω αγγίξει. Άρα θα είναι κάτι περιττό μάλλον που έχουμε μέσα μας. Και βέβαια θα το διώξω, αν πρόκειται να κερδίσω την ευτυχία που αποζητάω, παίρνοντας για γυναίκα μου την πεντάμορφη Γοργόνα».
Χωρίς να σκεφτεί παραπάνω, τρέχει στον παπά τρομαγμένος από τα λόγια αυτά και θυμωμένος του λέει: «Αλίμονο! Ποιος σε μάγεψε και λες τέτοια λόγια; Την ψυχή μας την έχει δώσει ο Θεός για να είμαστε άνθρωποι καλοί και ευγενικοί. Να σκεφτόμαστε και να κάνουμε πάντα το σωστό. Χωρίς την ψυχή και την βοήθεια της καρδιάς ο άνθρωπος κάνει τις χειρότερες πράξεις και τίποτα δεν έχει μέσα του, γιατί δεν ξεχωρίζει το καλό από το κακό. Τίποτα δεν αξίζει όσο αυτή και δεν υπάρχει μεγαλύτερη θυσία από αυτή που έκανε ο ίδιος ο Θεός για την ψυχή. Μόνο φύγε τώρα από ‘δω και μη σε ξανακούσω να λες τέτοια πράγματα.».
Όμως ο μικρός Ψαράς μαγεμένος από τη Γοργόνα του, το είχε πάρει απόφαση. Θα έδινε την ψυχή του και αυτά που του είπε ο παπάς καθόλου δεν τασκέφτηκε, γιατί δεν τα καταλάβαινε. Θυμήθηκε τότε πως παλιότερα είχε ακούσει για μια μάγισσα που ζούσε σε μια σπηλιά πάνω σε ένα ψηλό βουνό και όλα μπορούσε να τακαταφέρει. Πήρε το δρόμο ο μικρός ψαράς για το βουνό και, αφού περπάτησε πολύ, βλέπει από μακριά μια γυναίκα με κόκκινα μαλλιά κρατώντας στα χέρια της πολλά περίεργα βότανα.
Κατάλαβε ότι ήταν η μάγισσα και έτρεξε κοντά της. «Θέλω να διώξω την ψυχή μου», της είπε με φωνή που έτρεμε από την κούραση και την αγωνία.
Η μάγισσα ποτέ δε φανταζόταν ότι θα της ζητούσε κάποιος κάτι τόσο τρομερό. Χλόμιασε όταν το άκουσε, και στην αρχή αρνήθηκε. Προσπάθησε να του δείξει τη δική της ομορφιά, γιατί στ’ αλήθεια ήταν και εκείνη πολύ όμορφη, όμως ο ψαράς καμία άλλη δεν ήθελε, από την μικρή του Γοργόνα. Και όταν πια η μάγισσα έβλεπε ότι τίποτα δεν του άλλαζε γνώμη και ότι την παρακαλούσε με δάκρυα στα μάτια, βγάζει από τη ζώνη της ένα στιλέτο και του λέει: «Εκείνο που οι άνθρωποι νομίζουν ότι είναι η σκιά τους δεν είναι…. Είναι το σώμα της ψυχής. Πρέπει να σταθείς στην ακροθαλασσιά μ την πλάτη στο φεγγάρι και να κόψεις γύρω από τα πόδια σου τη σκιά σου, προστάζοντας την να φύγει. Έτσι μόνο μπορείς να διώξεις την ψυχή σου».
Και πριν προλάβει να του πει τίποτε άλλο, ο μικρός ψαράς είχε ήδη φτάσει στην ακροθαλασσιά και έκανε αυτό που του είπε η μάγισσα. Η ψυχή του, που ένιωσε ότι ήθελε να την διώξει άρχισε να τον παρακαλάει, όμως αυτός είχε κλείσει τα αυτιά του και το μόνο που σκεφτόταν ήταν η στιγμή που θα συναντούσε επιτέλους την αγαπημένη του.
«Φύγε» της λέει «δεν σε χρειάζομαι. Δεν μου έχεις κάνει κανένα κακό, όμως δεν μου έχεις προσφέρει και τίποτα. Δε σε θέλω λοιπόν μέσα μου».
«Σε παρακαλώ!» Του φώναξε η ψυχή. «Τουλάχιστον δώσε μου και την καρδιά σου να μου κρατάει συντροφιά, γιατί ο κόσμος είναι πολύ σκληρός».
«Αν σου δώσω την καρδιά μου, πως θα αγαπάω την γλυκιά μου Γοργόνα; Η καρδιά μου είναι η αγάπη μου. Μη με καθυστερείς λοιπόν και φύγε αμέσως!».
«Καλά» του λέει. «Θα φύγω. Θα έρχομαι όμως κάθε χρόνο εδώ στην ακροθαλασσιά και θα σε καλώ. Μπορεί να με έχεις ανάγκη» του είπε και έφυγε. Ο μικρός ψαράς ελεύθερος πια βούτηξε στα καταγάλανα νερά και έτρεξε να βρει την αγαπημένη του ακούγοντας τις τρομπέτες στο θαλασσόκοσμο να πανηγυρίζουν τον ερχομό του.
Αφού πέρασε ένας χρόνος, η ψυχή ήρθε στην ακροθαλασσιά και φώναξε το μικρό ψαρά. Εκείνος βγήκε στην επιφάνεια, την πλησίασε και τη ρώτησε τι τον ήθελε, ιστό αυτό δεν την είχε καλέσεις και καμία ανάγκη δεν την είχε.
«Πήγα σε κόσμους θαυμαστούς, όταν με άφησες» του λέει « και ήρθα τώρα εδώ, γιατί ένα δώρο έχω για σένα. Σου φέρνω από την Ανατολή τον καθρέφτη, της Σοφίας. Όποιος έχεις αυτόν τον καθρέφτη είναι ο πιο σοφός από όλους τους σοφούς και όλα τα μυστικά του κόσμου είναι διά του. Το μόνο που πρέπει να κάνεις είναι να έρθεις μαζί μου».
«Η Αγάπη είναι πιο σημαντική από ην Σοφία» λέει ο μικρός ψαράς «και η Γοργόνα με αγαπάει» είπε και χάθηκε μέσα στο βυθό της θάλασσας.
Ο επόμενος χρόνος ήρθε και μαζί του ήρθε και η ψυχή. Κάλεσε πάλι το μικρό ψαρά και αφού την πλησίασε, του είπε: «Όταν με έδιωξες την προηγούμενη φορά ταξίδεψα στο Νότο και σου φέρνω από εκεί το δαχτυλίδι του Πλούτου. Όποιος έχει αυτό το δαχτυλίδι, είναι ο πιο πλούσιος από όλους τους Βασιλιάδες του κόσμου και όλα τα πλούτη που υπάρχουν είναι δικά του. Το μόνο που πρέπει να κάνεις, είναι να έρθεις μαζί μου».
«Η Αγάπη είναι καλύτερη από όλα τα πλούτη του κόσμου», απάντησε ο ψαράς «και η γοργόνα με αγαπάει», είπε και πάλι χάθηκε στα βαθιά νερά της θάλασσας. Τον τρίτο χρόνο η ψυχή ήρθε πάλι στην ακροθαλασσιά και του είπε για μια χορεύτρια, που είχε δυο κατάλευκα πόδια και χόρευε τόσο όμορφα, που έμοιαζαν σαν δυο περιστέρια που πετάνε στον ουρανό.
Και αυτή τη φορά, επειδή η Γοργόνα δεν είχε πόδια αλλά ουρά, ο μικρός ψαράς λαχταρούσε να δει μια γυναίκα με πόδια να χορεύει και έτσι τον έπεισε η ψυχή και την ακολούθησε. Όμως η ψυχή τον ξεγέλασε και τον πήρε μαζί της στις πόλεις που πήγαινε, όταν ήταν μόνη της και τον έβαζε να κάνει άσχημα πράγματα. Γιατί όταν την είχε διώξει δεν της είχε δώσει καρδιά. Και η ψυχή, όταν δεν είναι μέσα στον άνθρωπο και δεν έχει την καρδιά για συντροφιά, δεν ξέρει μόνη της να κάνεις τα σωστά. Και έμαθε στον κόσμο, που πήγε , να κάνει τα κακά και να τα ευχαριστιέται.
Ο μικρός ψαράς δεν ήθελε να κάνει τις πράξεις αυτές, όμως δεν μπορούσε να ξεφορτωθεί την ψυχή του, γιατί η μάγισσα δε του είχε πει πως , αν έμπαινε πάλι μέσα του η ψυχή, δεν θα μπορούσε ποτέ πια να τη διώξει. Το μόνο που μπορούσε να κάνει ήταν να δέσει τα χέρια του και να κλείσει τα αυτιά του, για να μην ακούει τις εντολές αυτής της διεφθαρμένης ψυχής. Πήγε στην ακροθαλασσιά, έχτισε ένα σπιτάκι και καθόταν εκεί φωνάζοντας μάταια την αγαπημένη του να βγει λίγο για να την δει.
Τα χρόνια περνούσαν και η Γοργόνα δεν έβγαινε. Αυτός όμως τη φώναζε πρωί βράδυ, ελπίζοντας πως κάποια στιγμή θα την έβλεπε. Η ψυχή, που ήταν μαζί του και έβλεπε πόσο μεγάλη ήταν η αγάπη του, τον παρακάλεσε με δάκρυα στα μάτια να την αφήσει να μπει πάλι μέσα του και να νιώσει στα μάτια να την αφήσει να μπει πάλι μέσα του και να νιώσει και αυτή την καλοσύνη του. Ο μικρός που είχε καταλάβει το κακό που της είχε κάνει, όταν την έδιωξε, προσπάθησε να την αφήσει να μπει, όμως η καρδιά του ήταν τόσο γεμάτη από αγάπη που δεν έβρισκε χώρο. Και όταν η ψυχή άρχισε να μπαίνει μέσα του, μια δυνατή βοή ακούστηκε και η θάλασσα έγινε μαύρη και θεόρατα κύματα απλώθηκαν πάνω της.
Η μικρή Γοργόνα είχε πεθάνει και ο θαλασσόκοσμος θρηνούσε. Ο Ψαράς πήγε τότε κοντά στη θάλασσα και φώναξε: «Μπορεί να σε πρόδωσα και να έφυγα γλυκιά μου Γοργόνα, όμως η αγάπη μου για σένα γέμιζε πάντα την καρδιά μου και, αφού εσύ δεν υπάρχεις πια, δεν μπορώ και ‘γω να ζω, γιατί υποσχέθηκα να είμαι πάντα μαζί σου», είπε και έπεσε στα μαυρισμένα νερά της θάλασσας μαζί με την ψυχή του που είχε βρει πια το δρόμο της και είχε γίνει ξανά ένα μαζί του,
Είχε δίκιο λοιπόν ο μικρός ψαράς. Η Αγάπη είναι πιο πολύτιμη από όλα όσα του είχε προσφέρει η ψυχή από τα ταξίδια της. Δεν είχε όμως καταλάβει ότι χωρίς την ψυχή του μέσα του ότι και να ένιωθε, θα ήταν μισό. Γιατί η ψυχή το κάνει μεγάλο και ζωντανό.
Όσο για τους δυο ερωτευμένους εκεί που τους βρήκαν, είχαν ανθίσει υπέροχα λουλούδια και πρώτη φορά είχαν δει οι κάτοικοι του χωριού τέτοια λουλούδια να φυτρώνουν στην ακροθαλασσιά
Όσκαρ Ουάιλντ